Περίληψη
Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα είναι η πιο κοινή νευροπάθεια από παγίδευση νεύρου που επηρεάζει το μέσο νεύρο στον καρπό. Ο βελονισμός είναι μια ελάχιστα επεμβατική, συντηρητική θεραπευτική επιλογή, η οποία ενώ βασίζεται σε μια πολύπλοκη θεωρία και πρακτική, ταυτόχρονα επικαλύπτεται με πολλές συμβατικές, περιφερικά εστιασμένες, νευροτροποποιητικές θεραπείες. Παρόλα αυτά, οι νευροφυσιολογικοί μηχανισμοί με τους οποίους ο βελονισμός παρουσιάζει υποκειμενικές/ψυχολογικές και αντικειμενικές/ σωματικές επιδράσεις δεν είναι επαρκώς κατανοητοί.
Οι επιλαχόντες ασθενείς (n = 80, 65 γυναίκες, ηλικία: 49.3 ± 8.6 έτη) εντάχθηκαν τυχαία σε μια από τις παρακάτω παρεμβάσεις: α) τοπικό ηλεκτροβελονισμό στο πάσχων χέρι, β) ηλεκτροβελονισμό σε απομακρυσμένα σημεία στον αντίθετο αστράγαλο, και γ) τοπικό εικονικό ηλεκτροβελονισμό χρησιμοποιώντας εικονικές βελόνες δίχως εισχώρηση. Πραγματοποιήθηκαν 16 συνεδρίες σε διάστημα 8 εβδομάδων. Σύμφωνα με το ερωτηματολόγιο της Βοστόνης για το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα, τα συμπτώματα του πόνου και της παραισθησίας εκτιμήθηκαν κατά την έναρξη και το πέρας της θεραπείας, καθώς και μετά από τρεις μήνες. Μελετήθηκε o αισθητηριακός χρόνος απόκρισης του μέσου νεύρου και συγκεντρώθηκαν δεδομένα κατά την έναρξη και το πέρας της θεραπείας.
Μέσω λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας (fMRI) εκτιμήθηκε η σωματοτοπία στον πρωτογενή σωματο-αισθητηριακό φλοιό χρησιμοποιώντας δονητικο – απτική διέγερση σε τρία δάκτυλα (2, 3 και 5). Ενώ, και οι τρεις παρεμβάσεις με βελονισμό μείωσαν την δριμύτητα των συμπτωμάτων, ο βελονισμός -είτε σε τοπικά, είτε σε απομακρυσμένα σημεία- ήταν ανώτερος από τον εικονικό βελονισμό, βελτιώνοντας τα νευροφυσιολογικά αποτελέσματα, τοπικά στον καρπό (σημ: στον χρόνο απόκρισης της αγωγιμότητας του μέσου αισθητηριακού νεύρου) αλλά και στον εγκέφαλο (σημ: απόσταση διαχωρισμού του φλοιού του δεύτερου και τρίτου δακτύλου). Η μεγαλύτερη αυτή βελτίωση μετά τον βελονισμό στην απόσταση διαχωρισμού του φλοιού του δεύτερου και τρίτου δακτύλου προκάλεσε παρατεταμένη ανακούφιση στη δριμύτητα των συμπτωμάτων στην 3μηνη επανεξέταση. Επιπλέον, ερευνήσαμε πιθανούς διαφορικούς μηχανισμούς τοπικού, έναντι απομακρυσμένου βελονισμού χρησιμοποιώντας απεικόνιση τανυστή διάχυσης -Diffusion Tensor Imaging (DTI)- στην μικροδομή της λευκής ουσίας παρακείμενα του πρωτοταγούς σωματοφλοιού. Συγκριτικά με υγιείς ενήλικες (n = 34, 28 γυναίκες, 49.7 ± 9.9 ετών), οι ασθενείς με σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα επέδειξαν αυξημένη κλασματική ανισοτροπία -Fractional Anisotropy (FA)- σε διάφορες περιοχές για τις οποίες ανακαλύψαμε πως η βελτίωση στον χρόνο ανταπόκρισης του μέσου νεύρου σχετίζεται με την μείωση της κλασματικής ανισοτροπίας κοντά: α) στην αντίπλευρη περιοχή του πάσχοντος χεριού στο σωματοφλοιό μόνο μετά από πραγματικό βελονισμό και όχι μετά από εικονικό βελονισμό, β) στην ομόπλευρη περιοχή του χεριού μετά από τοπικό βελονισμό, αλλά όχι μετά από απομακρυσμένο βελονισμό ή εικονικό βελονισμό, γ) στην ομόπλευρη περιοχή του ποδιού, μετά από απομακρυσμένο βελονισμό, αλλά όχι μετά από τοπικό ή εικονικό βελονισμό. Καθώς αυτές οι κύριες σωματαισθητικές υποπεριοχές του φλοιού στοχοθετούνται ξεκάθαρα από την τοπική έναντι απομακρυσμένης ηλεκτροδιέγερσης, ο βελονισμός σε τοπικές έναντι απομακρυσμένες περιοχές μπορεί να βελτιώσει τη λειτουργία του μέσου καρπιαίου νεύρου, μέσω σαφούς σωματοτοπικής νευροπλαστικότητας στον πρωτοταγή σωματοφλοιό μετά τη θεραπεία.
Η μελέτη μας προτείνει περαιτέρω, πως η βελτίωση στην σωματοτοπία του πρωτοταγούς σωματοφλοιού μπορεί να προβλέψει μακράς διαρκείας κλινικά αποτελέσματα για το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα.
Πηγή: Maeda Y, Kim H, Kettner N, Kim J, Cina S, Malatesta C et al (2017). Rewiring the primary somatosensory cortex in carpal tunnel syndrome with acupuncture. Brain.140(4):914-927. doi: 10.1093/brain/awx015